Σκύλος 13 ετών, μεγάλου μεγέθους παραπέμθηκε για απεικονιστική διερεύνηση θωρακικής συλλογής.
Το ιστορικό περιλάμβανε δύσπνοια διάρκειας 2 μηνών και ύπαρξη θωρακικής συλλογής. Το πλευριτικό υγρό είχε παροχετευτεί πριν από 15 ημέρες οπότε και σημειώθηκε ήπια βελτίωση των κλινικών συμπτωμάτων. Τα συμπτώματα επιδεινώθηκαν μερικές ημέρες μετά τη θωρακική παρακέντηση οπότε και διενεργήθηκε ακτινολογικός και υπερηχοτομογραφικός έλεγχος χωρίς, όμως, να επιτευχθεί διάγνωση.
Στην θωρακική κοιλότητα απεικονίστηκαν οζίδια πυκνότητας μαλακού ιστού (πορτοκαλί βέλος) και παρουσία μεγάλης ποσότητας ελεύθερης υγρής συλλογής (γαλάζιο βέλος). Στην ίδια εξέταση ακολούθησε άμεσα έλεγχος της κοιλίας για έλεγχο πρωτοπαθούς εστίας. Ο έλεγχος της κοιλίας ανέδειξε την παρουσία μάζας του αριστερού επινδεφριδίου (πράσινο βέλος) ενώ το δεξιό επινεφρίδιο ελέγχεται ατροφικό, ευρήματα συμβατά με νεοπλασία του αριστερού επινεφριδίου ( North S and Banks T., 2009). Ακολούθησε αξονική αγγειογραφία για τον έλεγχο διήθησης των επιχώριων αγγείων. Η μάζα του επινεφριδίου διηθεί την οπίσθια κοίλη φλέβα (μώς κύκλος και βέλος) και προκαλεί αποκλεισμό του αγγείου σε ποσοστό 40% (γκρί κύκλος και γκρί βέλος) λόγω παρουσίας νεοπλασματικού θρόμβου.
Ο διαχωρισμός του θρόμβου λόγω διήθησης του αγγείου από νεοπλασματικά κύτταρα από τα άλλα είδη θρόμβων τίθεται με την μέτρηση της πυκνότητας μετά την έγχυση του σκιαγραφικού μέσου, όπου ο νεοπλασματικός θρόμβος έχει ίδια πυκνότητα με την μάζα ενώ ο θρόμβος δεν παρουσιάζει αλλαγή στην πυκνότητα (Morandi, 2011). Η διάγνωση μπορεί να τεθεί και με υπερηχοτομογραφική εξέταση στην οποία μπορούν να εκτιμηθούν οι μάζες στα επινεφρίδια και η διήθηση των επιχώριων αγγείων (Graham J. 2008). Δυσκολία μπορεί να παρουσιαστεί σε μάζες του δεξιού επινεφριδίου όπου η αξονιιή τομογραφία υπερτερεί σε διαγνωστική προσέγγιση. Για τον διαχωρισμό του νεοπλασματικού από τον μη-νεοπλασματικό θρόμβο χρειάζεται η χρήση ειδικών προγραμμάτων και σκιαγραφικής ουσίας στον υπέρηχο.
Η αξονική αγγειογραφία σε μάζες των επινεφριδίων μπορεί να μας βοηθήσει στο προεγχειρητικό πλάνο παρέχοντας πληροφορίες ως προς την ακριβή έκταση της μάζας, τη συσχέτιση της με τα γειτονικά όργανα και τη φύση της ( κακοήθης / καλοήθης / πρωτοπαθής ή μεταστατική/ υπερπλασία).
Βιβλιογραφία:
Morandi F. (2011). Adrenal glands. In: Veterinary computed tomography, Wiley-Blackwell, pp. 351-356.
North S and Banks T. (2009). Tumors of the endocrine system. In: Small animal oncology: Elsevier, pp. 271-273.
Graham J. (2008). Adrenal glands. In: Atlas of small animal ultrasonography: Blackwell, pp.385-396.